ΝΕΑ

Τεκμήρια - Αντικειμενικές Δαπάνες

Τα τεκμήρια διαβίωσης, τα οποία μετονομάσθηκαν πλέον σε «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης», είναι καθορισμένα ποσά από το Υπουργείο Οικονομικών, τα οποία αντιπροσωπεύουν τις ελάχιστες ετήσιες δαπάνες χρήσης και συντήρησης περιουσιακών στοιχείων, όπως κατοικίες, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής, αεροσκάφη και πισίνες, αλλά και ποσά, τα οποία, σύμφωνα πάντα με το Υπουργείο Οικονομικών, αντιπροσωπεύουν τα ελάχιστα ετήσια έξοδα του φορολογούμενου για την ατομική του συντήρηση  (άρθρα 30 - 34 του Ν. 4172/2013 και ΠΟΛ 1073/26.03.2015).

Αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες

  • Ιδιοκατοικούμενες ή μισθωμένες ή δωρεάν παραχωρηθείσες κύριες κατοικίες

H ετήσια αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης με βάση τα τετραγωνικά μέτρα της ιδιοκατοικούμενης ή μισθωμένης ή της δωρεάν παραχωρούμενης κύριας κατοικίας υπολογίζεται κλιμακωτά ως ακολούθως:

- μέχρι και τα 80 τ.μ. κύριοι χώροι, αντικειμενική δαπάνη: € 40 ανά τ.μ.

- από 81 τ.μ. μέχρι και 120 τ.μ. κύριοι χώροι, αντικειμενική δαπάνη: € 65 ανά τ.μ.

- από 121 τ.μ. μέχρι και 200 τ.μ. κύριοι χώροι, αντικειμενική δαπάνη: € 110 ανά τ.μ.

- από 201 τ.μ. μέχρι και 300 τ.μ. κύριοι χώροι, αντικειμενική δαπάνη: € 200 ανά τ.μ.

- από 301 τ.μ. και άνω κύριοι χώροι, αντικειμενική δαπάνη: € 400 ανά τ.μ. .

Αυτός είναι ο γενικός κανόνας καθώς αναφέρονται και ειδικές περιπτώσεις.

  • Ιδιοκατοικούμενες ή μισθωμένες ή δωρεάν παραχωρηθείσες δευτερεύουσες κατοικίες

H ετήσια αντικειμενική δαπάνη στην περίπτωση αυτή, εκτιμάται με βάση τα τετραγωνικά μέτρα μίας ή περισσοτέρων ιδιοκατοικούμενων ή μισθωμένων ή δωρεάν παραχωρούμενων δευτερευουσών κατοικιών καθώς και των βοηθητικών χώρων αυτών και ορίζεται στο ήμισυ (1/2) της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης,  όπως αυτή προκύπτει, στην προαναφερομένη περίπτωση (κύρια κατοικία μαζί με το βοηθητικό χώρο της).

Αυτός είναι ο γενικός κανόνας, καθώς υπάρχουν και περιπτώσεις, όπως της μίσθωσης  για κάποιο διάστημα του χρόνου, κενών κατοικιών, πάνω των έξι μηνών, συνιδιοκτησίας κλπ.   

  • Ετήσια αντικειμενική δαπάνη επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης

Η ετήσια αντικειμενική δαπάνη για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ορίζεται ως εξής:

α) Για αυτοκίνητα μέχρι 1.200 κ.ε. σε € 4.000,

β) Για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των 1.200 κ.ε. προστίθενται € 600 ανά 100 κ.ε. μέχρι και τα 2.000 κ.ε.,

γ) Για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των 2.000 κ.ε. προστίθενται € 900 ανά 100 κ.ε. και μέχρι 3.000 κ.ε. και τέλος,

δ) Για αυτοκίνητα μεγαλύτερα από 3.000 κ.ε. προστίθενται € 1.200 ανά 100 κ.ε. .

Τα ανωτέρω ποσά της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης μειώνονται ανάλογα με την παλαιότητα του αυτοκινήτου, η οποία υπολογίζεται από το έτος πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα ή σε χώρα της Ε.Ε./ΕΟΧ κατά ποσοστό 30% για χρονικό διάστημα πάνω από 5 και μέχρι 10 έτη και κατά ποσοστό 50% για χρονικό διάστημα πάνω από 10 έτη.

Αυτός είναι ο γενικός κανόνας. Υπάρχουν και επιμέρους κανόνες ανά ειδικότερη περίπτωση.

Σε περίπτωση ακινησίας δεν υπολογίζεται δαπάνη για τους μήνες της ακινησίας.

  • Ετήσια αντικειμενική δαπάνη ιδιωτικών σχολείων

Για τον προσδιορισμό αυτής της αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης λαμβάνεται υπόψη το ύψος των διδάκτρων, τα οποία καταβάλλονται για ιδιωτικά σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης, όπως αυτή προκύπτει από τις σχετικές αποδείξεις παροχής υπηρεσιών του ιδιωτικού σχολείου.

Εξαιρούνται οι δαπάνες, οι οποίες καταβάλλονται σε εσπερινά γυμνάσια και λύκεια, καθώς και στα ειδικά σχολεία ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Στην περίπτωση διαζευγμένων γονέων, όπου άλλος γονέας βαρύνεται με τα τέκνα και άλλος καταβάλλει τις δαπάνες διδάκτρων των τέκνων, η ετήσια αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης θα βαρύνει τον γονέα, ο οποίος καταβάλλει τις δαπάνες αυτές.

Εάν τα δίδακτρα καταβάλλονται από εταιρεία, στην οποία εργάζεται ο γονέας, η αντικειμενική δαπάνη εξακολουθεί να επιβαρύνει τον γονέα αυτόν.

  • Αντικειμενική δαπάνη οικιακών βοηθών, οδηγών αυτοκινήτων κλπ

Για τον προσδιορισμό αυτής της αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης λαμβάνεται υπόψη το ύψος των αμοιβών, οι οποίες καταβάλλονται σε οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων, δασκάλους και λοιπό προσωπικό, η οποία ορίζεται στο κατώτατο όριο αμοιβών τους,  όπως αυτό προσδιορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις για την αντίστοιχη κατηγορία εργαζομένων.

Εξαιρούνται οι δαπάνες, οι οποίες καταβάλλονται στην περίπτωση, όπου ο φορολογούμενος απασχολεί έναν μόνο οικιακό βοηθό, καθώς και οι δαπάνες, οι οποίες καταβάλλονται στην περίπτωση, κατά την οποία ο φορολογούμενος ή πρόσωπο που συνοικεί με αυτόν και τον βαρύνει, έχει αναπηρία 67% και πάνω από διανοητική καθυστέρηση, ή φυσική αναπηρία, ή είναι ηλικίας άνω των 65 ετών και απασχολεί ένα νοσοκόμο.

  • Δαπάνες σκαφών αναψυχής ιδιωτικής χρήσης.

Για τον προσδιορισμό αυτής της αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης λαμβάνεται υπόψη το ύψος του κόστους των τελών ελλιμενισμού, ασφαλίστρων, καυσίμων, συντήρησης και πρακτόρευσης και ορίζεται, ανάλογα με τα μέτρα ολικού μήκους του σκάφους.

Αφορά τα σκάφη αναψυχής ιδιωτικής χρήσης, κυριότητας ή κατοχής του φορολογούμενου, της συζύγου του ή των προσώπων που τους βαρύνουν.

  • Δαπάνες αεροσκαφών, ελικοπτέρων, ανεμόπτερων

Ο τρόπος υπολογισμού της αντικειμενικής δαπάνης για την κατοχή αεροσκαφών, ελικοπτέρων και ανεμόπτερων κυριότητας ή κατοχής του φορολογουμένου, της συζύγου και των εξαρτώμενων μελών του έχει ως εξής:

α) Για ανεμόπτερα ορίζεται στο ποσό των € 8.000.

β) Για αεροσκάφη με κινητήρα κοινό, εσωτερικής καύσης και στροβιλοελικοφόρα, καθώς και ελικόπτερα, στο ποσό των € 65.000 για τους 150 πρώτους ίππους ισχύος του κινητήρα τους, που προσαυξάνεται με το ποσό των € 500 για κάθε ίππο πάνω από τους 150 ίππους.

γ) Για αεροσκάφη αεριοπροωθούμενα (JET) στο ποσό των € 200 για κάθε λίμπρα ώθησης.

δ) Για τις υπερελαφριές πτητικές αθλητικές μηχανές (ΥΠΑΜ), οι οποίες υπάγονται στην παρ.1 του άρθρου 4 του υπ’ αριθμ. Δ2/26314/8802/27.7.2010 Κανονισμού υπερελαφρών πτητικών αθλητικών μηχανών, η ετήσια δαπάνη διαβίωσης ορίζεται στο ποσό των € 20.000.

Η διάταξη αυτή ισχύει από 1.1.2011 και μετά.

Επιπλέον διευκρινίζουμε ότι:

  • Δεν λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική δαπάνη για τα αεροσκάφη και τα ελικόπτερα επαγγελματικής χρήσης, εφόσον αυτά πληρούν τις προϋποθέσεις κατάταξής τους ως επαγγελματικά από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
  • Η αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης στις περιπτώσεις, όπου έχει παραχωρηθεί η χρήση του αεροσκάφους, ελικοπτέρου και ανεμοπτέρου με χρησιδάνειο, βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον χρήστη Το ίδιο ισχύει και για τα σκάφη αναψυχής.
  • Δαπάνες δεξαμενών κολύμβησης (πισίνες)

Η δαπάνη αυτή ορίζεται κλιμακωτά ως εξής:

Σε € 160 το τ.μ. για πισίνες μέχρι και τα 60 τ.μ. και σε € 320 το τ.μ., για πισίνες με επιφάνεια άνω των 60 τ.μ. (τα ανωτέρω ισχύουν και όταν η δεξαμενή είναι συναρμολογούμενη, αφού ο νόμος δεν κάνει καμία διάκριση για τις περιπτώσεις αυτές).

Προκειμένου για εσωτερική δεξαμενή κολύμβησης, τα παραπάνω ποσά αυτής της περίπτωσης διπλασιάζονται.

Η αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης για τις δεξαμενές κολύμβησης υπολογίζεται για όλο το έτος χωρίς να περιορίζεται σε μήνες χρήσης, είτε πρόκειται για κύρια κατοικία, είτε για δευτερεύουσα.

Στις περιπτώσεις θανάτου ή μεταβίβασης/απόκτησης κατοικίας μέσα στο έτος, η αντικειμενική δαπάνη υπολογίζεται στους μήνες χρήσης.

Προκειμένου για κοινόχρηστες πισίνες, οι οποίες βρίσκονται σε συγκροτήματα πολυκατοικιών, η ετήσια αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης επιμερίζεται στους ιδιοκτήτες και ενοικιαστές των ακινήτων με βάση τα χιλιοστά κάθε διαμερίσματος στο οικόπεδο.

Εάν η πισίνα χρησιμοποιείται από τους ενοίκους επιπλωμένων δωματίων ή ξενοδοχείων (ατομικές επιχειρήσεις), από την εκμετάλλευση των οποίων αποκτάται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, η αντικειμενική δαπάνη αυτής δεν βαρύνει τον επιχειρηματία.

Διευκρινίζεται, ότι η μη χρήση πισίνας αποδεικνύεται με πιστοποιητικό καταστροφής της.

  • Ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης

Ως ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης κάθε χρόνο ορίζεται το ποσό των € 3.000 προκειμένου για άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο και στο ποσό των € 5.000 προκειμένου για συζύγους, οι οποίοι υποβάλλουν κοινή δήλωση, εφόσον δηλώνεται πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα.

  • Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων  

Λαμβάνονται υπόψη τα ποσά , τα οποία πραγματικά κατεβλήθησαν από τον εκάστοτε φορολογούμενο, τη σύζυγο του και τα εξαρτώμενα μέλη για απόκτηση περιουσιακών στοιχείων. Ειδικότερα:

  • Αγορά ή χρηματοδοτική μίσθωση αυτοκινήτων, δίτροχων ή τρίτροχων αυτ/νων οχημάτων, πλοίων αναψυχής και λοιπών σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και κινητών πραγμάτων μεγάλης αξίας.

Μεγάλης αξίας θεωρούνται τα κινητά πράγματα, η αξία των οποίων υπερβαίνει το ποσό των € 10.000 συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. όπως πίνακες ζωγραφικής, πολύτιμοι λίθοι, κοσμήματα, έπιπλα, έργα τέχνης κ.λ.π. .

Οι ανωτέρω δαπάνες λαμβάνονται υπόψη για τον τεκμαρτό προσδιορισμό του εισοδήματος, είτε η αγορά των περιουσιακών στοιχείων γίνεται στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό.

  • Αγορά επιχειρήσεων ή σύσταση ή αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων, οι οποίες λειτουργούν ατομικώς ή με τη μορφή ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης ή ανώνυμης εταιρείας ή περιορισμένης ευθύνης εταιρίας ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή αγορά εταιρικών μερίδων και χρεογράφων γενικώς.

Στην περίπτωση αυτή υπάγονται κατ' ακολουθία όλα τα χρηματικά ποσά, τα οποία καταβάλλονται, ως εισφορά σε νεοϊδρυόμενο νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ως κεφάλαιο για την ίδρυση ατομικής επιχείρησης καθώς και τα ποσά για αύξηση κεφαλαίου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας.

Η ίδια διάταξη ορίζει σαν τεκμαρτή δαπάνη τα χρηματικά ποσά, τα οποία καταβάλλονται και για την αγορά χρεογράφων γενικά.

  • Αγορά ή χρονομεριστική ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων ή ανέγερση οικοδομών ή κατασκευή δεξαμενής κολύμβησης. Στην αγορά ακινήτων ως ποσό τεκμαρτής δαπάνης λαμβάνεται το ποσό της συνολικής επιβάρυνσης, όπως προκύπτει από τα οικεία πωλητήρια συμβόλαια, εκτός εάν από έλεγχο προκύπτει μεγαλύτερο ποσό, οπότε λαμβάνεται υπόψη αυτό. Στο τίμημα αυτό θα προστεθούν και τα ποσά των Φ.Μ.Α., συμβολαιογραφικά και λοιπά έξοδα και φόροι.

Κρίσιμος χρόνος για να υπολογιστεί το ποσόν της τεκμαρτής δαπάνης είναι ο χρόνος σύνταξης του συμβολαίου μεταβίβασης του ακινήτου, εφόσον καταβληθεί ολόκληρο το τίμημα και παραδοθεί η χρήση και η κυριότητα του ακινήτου διαφορετικά, το ποσό της δαπάνης θα κατανέμεται στα φορολογικά έτη που καταβάλλονται οι δόσεις.

Σε ανέγερση οικοδομής, εφόσον η ανέγερση διαρκέσει περισσότερο του ενός έτους, σε κάθε έτος ως ποσό δαπάνης θα ληφθεί το αντίστοιχο του κόστους ανέγερσης στο ίδιο έτος, εκτός εάν χρόνος καταβολής έχει ορισθεί ο χρόνος αποπεράτωσης της οικοδομής.

Τα χρηματικά ποσά τα οποία καταβάλλονται για επισκευή και συντήρηση κατοικίας δεν υπολογίζονται ως δαπάνη απόκτησης περιουσιακού στοιχείου. Αν όμως πρόκειται για προσθήκες, επεκτάσεις, τότε τίθεται θέμα δαπάνης απόκτησης.

Περαιτέρω, σε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής από μισθωτή με δικές του δαπάνες σε έδαφος του εκμισθωτή η δαπάνη ανέγερσης βαρύνει το μισθωτή, ο οποίος αναλαμβάνει την ανέγερση και ο οποίος πραγματικά καταβάλλει τα χρηματικά ποσά της εν λόγω δαπάνης.

  • Χορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε. Τα δάνεια τα οποία χορηγούνται από φυσικό πρόσωπο σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα. Εμπίπτουν και τα δάνεια και χρηματικές διευκολύνσεις που χορηγούν εταίροι, μέλη ή μέτοχοι στις εταιρίες που συμμετέχουν.
  • Η ετήσια δαπάνη για δωρεές, γονικές παροχές ή χορηγίες.

Δαπάνη απόκτησης περιουσιακών στοιχείων λογίζεται η ετήσια δαπάνη για δωρεές, γονικές παροχές ή χορηγίες χρηματικών ποσών, εφόσον αυτά υπερβαίνουν ετησίως τα € 300, εκτός από τις δωρεές προς το Δημόσιο και τους φορείς του.

Εξαιρούνται οι δωρεές ή χορηγίες προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα, τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.

  • Απόσβεση δανείων ή πιστώσεων οποιασδήποτε μορφής.

Στο ποσό της δαπάνης αυτής περιλαμβάνεται και το ποσό των οικείων τόκων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι τυχόν τόκοι υπερημερίας. Η απόσβεση δανείων και πιστώσεων οποιασδήποτε μορφής θεωρείται δαπάνη απόκτησης, η οποία βαρύνει τον λήπτη του δανείου.

Σε κάθε περίπτωση εξετάζεται το γεγονός του ποιος πραγματικά καταβάλλει τα σχετικά ποσά.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δεν καλύπτει συμβουλευτικούς, αλλά μόνον ενημερωτικούς σκοπούς, και δεν μπορεί ν’ αποτελέσει βάση για περαιτέρω ενέργειες, από πλευράς του αναγνώστη. Aπαιτείται η λήψη εξειδικευμένων συμβουλών.

Η εταιρεία μας δεν φέρει οιαδήποτε ευθύνη για τυχόν ενέργειες των αναγνωστών, βασισμένες στο παρόν άρθρο.

Πρόστιμα παραβάσεων

Με τον Νόμο 4174 / 2013, επιβάλλονται νέα πρόστιμα, μικρότερα σε ορισμένες περιπτώσεις από τα σήμερα ισχύοντα (βλέπε κατωτέρω).

Με τις νέες διατάξεις παρέχεται απαλλαγή από προσαυξήσεις (τόκους) και πρόστιμα, λόγω ανωτέρας βίας (ανωτέρα βία θεωρούνται τα γεγονότα, τα οποία είναι απρόβλεπτα και δεν μπορούν να αποτραπούν, όση επιμέλεια κι αν δείξει ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο), μετά από αίτηση του φορολογουμένου στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.. Προϋπόθεση για να τύχει της ευνοϊκής αυτής ρύθμισης ο φορολογούμενος είναι  να έχουν εξοφληθεί οι φόροι, οι οποίοι είχαν επιβληθεί. Είναι στην κρίση  της Φορολογικής Διοίκησης η αναγνώριση της ανωτέρας βίας.

Δεν παρέχονται απαλλαγές για πρόστιμα από ανακριβείς δηλώσεις και για παραβάσεις φοροδιαφυγής.

Η αμφισβήτηση των προστίμων γίνεται με ενδικοφανή προσφυγή.

Ειδικότερα, τα πρόστιμα επιβάλλονται ανά κατηγορία φόρου ως εξής:

  • ΦΠΑ ( άρθρο 58 Α ) 
  • Παράβαση υποβολής ανακριβούς δήλωσης ΦΠΑ

Πρόστιμο ίσο με το 50% επί της διαφοράς μεταξύ του δηλωθέντος ΦΠΑ και  του προσδιορισμένου από την φορολογική Αρχή.

Σημείωση: Για την μη υποβολή δήλωσης ΦΠΑ, επιβάλλονται ξεχωριστά τα λοιπά πρόστιμα των παραβάσεων περί μη υποβολής κάποιας δήλωσης.

  • Για την παράβαση της μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου

Πρόστιμο ίσο με το 50% του φόρου, ο οποίος αναλογεί στο μη εκδοθέν φορολογικό στοιχείο.

  • Για την παράβαση ανακριβούς έκδοσης φορολογικού στοιχείου

Πρόστιμο ίσο με το 50% επί της διαφοράς του αναλογούντος ΦΠΑ μεταξύ της αναγραφόμενης αξίας και της πραγματικής.

Σημείωση: Τα ανωτέρω πρόστιμα, τα οποία θα επιβάλλονται πλέον, είναι τα μοναδικά από επιτόπιους μερικούς ελέγχους, αν διαπιστώνεται μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση φορολογικών στοιχείων.   

  • Παράβαση λειτουργίας επιχείρησης

Στις περιπτώσεις λειτουργίας μίας επιχείρησης χωρίς την υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με 50% επί του ΦΠΑ, ο οποίος δεν αποδόθηκε σε όλη τη διάρκεια της παράνομης λειτουργίας της, εφόσον διαπιστώνεται απόκρυψη εισοδήματος.

Σημείωση: Το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται και σε απαλλασσόμενους από τον ΦΠΑ επιτηδευματίες, όταν αυτοί ξεκινούν νέα δραστηριότητα, η οποία υπάγεται σε ΦΠΑ, χωρίς να την δηλώσουν στο Μητρώο της οικείας ΔΟΥ, εκτός κι αν οι φορολογητέες πράξεις καταχωρούνται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις ΦΠΑ.

  • Παράβαση έκδοσης φορολογικού στοιχείου με ΦΠΑ

Εφόσον πρόσωπο μη υπόχρεο σε υποβολή δήλωσης ΦΠΑ εξέδωσε φορολογικό στοιχείο επιβαρύνοντας την αξία του με τον αναλογούντα ΦΠΑ, του επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% του ΦΠΑ, ο οποίος αναγράφεται στο φορολογικό στοιχείο, που δεν έπρεπε να εκδοθεί.

Εάν ο κατά παράβαση του νόμου εισπραττόμενος ΦΠΑ έχει αποδοθεί στο Δημόσιο, δεν επιβάλλεται πρόστιμο.

Σημείωση: Στις παραβάσεις του νόμου περί ΦΠΑ δεν επιβάλλονται ταυτόχρονα και τα πρόστιμα του άρθρου 58, εφόσον επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 58 Α.

  • Παρακρατούμενοι Φόροι ( άρθρο 59 )

Μικραίνουν τα πρόστιμα για τις ανωτέρω παραβάσεις και επιβάλλονται μόνο, μετά από έλεγχο.

  • Παράβαση εκπρόθεσμης δήλωσης παρακρατούμενου φόρου

Επιβάλλονται τα πρόστιμα που προβλέπονται για διαδικαστικές παραβάσεις, δηλαδή € 100, € 250 και € 500 ευρώ.

  • Παράβαση εκπρόθεσμης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου

Επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με τον τόκο, ο οποίος προκύπτει με επιτόκιο 0,73% ανά μήνα καθυστέρησης της απόδοσης του φόρου.

  • Παράβαση μη υποβολής δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου

Στις περιπτώσεις μη υποβολής δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου με υποχρέωση απόδοσης φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% του φόρου, ο οποίος θα έπρεπε να είχε αποδοθεί στο Δημόσιο.

  • Παράβαση ανακριβούς δήλωσης παρακρατούμενου φόρου

Στις περιπτώσεις υποβολής ανακριβούς δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% επί της διαφοράς του φόρου, ο οποίος θα έπρεπε να είχε αποδοθεί στο Δημόσιο.

  • Παραβάσεις προσώπου που παρεμποδίζει, υποθάλπει και συνεργεί σε φοροδιαφυγή ( άρθρο 60 ).

Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλεται στο πρόσωπο αυτό ισοϋψές πρόστιμο με εκείνο, το οποίο επιβλήθηκε στον φοροδιαφεύγοντα φορολογούμενο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δεν καλύπτει συμβουλευτικούς, αλλά μόνον ενημερωτικούς σκοπούς, και δεν μπορεί ν’ αποτελέσει βάση για περαιτέρω ενέργειες, από πλευράς του αναγνώστη. Aπαιτείται η λήψη εξειδικευμένων συμβουλών.

Η εταιρεία μας δεν φέρει οιαδήποτε ευθύνη για τυχόν ενέργειες των αναγνωστών, βασισμένες στο παρόν άρθρο.

 

Δυνατότητα χορήγησης επιλογής φορολόγησης των επαγγελματικών μισθώσεων

Σύμφωνα με τις  διατάξεις του Ν. 4110 / 23.1.2013 (ΦΕΚ 17Α) και την υπ αριθμό απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ 1180 / 2013,  παρέχεται πλέον η δυνατότητα υπαγωγής στο Φ.Π.Α. όλων των επαγγελματικών μισθώσεων ακινήτων, σε αντίθεση με προηγούμενη διάταξη, με την οποία η επιλογή φορολόγησης ίσχυε μόνο για τα εμπορικά κέντρα και τα εμπορευματικά κέντρα, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. 

Η υπαγωγή στο Φ.Π.Α. γίνεται κατόπιν επιλογής του εκμισθωτή- εκμεταλλευτή του ακινήτου, που πραγματοποιείται με την υποβολή αίτησης επιλογής φορολόγησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Η επιλογή φορολόγησης μπορεί να αφορά το σύνολο ή μέρος ενός ακινήτου ή οικοδομικού συγκροτήματος. Με την αίτηση προσδιορίζονται επακριβώς και οι χώροι για τους οποίους γίνεται η επιλογή φορολόγησης. Επισημαίνεται, ότι η επιλογή αφορά και μισθώσεις που είχαν συναφθεί πριν την 01.01.2013, εφόσον υποβληθεί αίτηση επιλογής φορολόγησης, η οποία ισχύει από την υποβολή της.

Δικαίωμα επιλογής φορολόγησης έχουν οι εκμεταλλευτές ακινήτων που τα εκμισθώνουν σε άλλες επιχειρήσεις για την άσκηση της εμπορικής τους δραστηριότητας παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών.

Εκμεταλλευτής ακινήτου είναι τόσο το πρόσωπο που διαθέτει κυριότητα επί του ακινήτου, όσο και κάθε πρόσωπο που διαθέτει με οποιονδήποτε τρόπο δικαίωμα εκμετάλλευσής του (π.χ. υπεκμίσθωση, επικαρπία κλπ.).

Η επιλογή φορολόγησης στην περίπτωση αυτή ισχύει από το χρόνο που είχε υποβληθεί η αίτηση. Παρότι η επιλογή ασκείται από τον εκμισθωτή - εκμεταλλευτή του ακινήτου, σε κάθε περίπτωση είναι αυτονόητο, ότι για την τυχόν επιβολή Φ.Π.Α. σε μίσθωση ακινήτου και για την επιλογή φορολόγησης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του αντισυμβαλλομένου (μισθωτή), προκειμένου να αποφεύγονται διενέξεις, ειδικά σε συμβάσεις, οι οποίες έχουν υπογραφεί πριν την επιλογή φορολόγησης, οι οποίες προφανώς πρέπει να τροποποιηθούν στο σημείο αυτό.

Σε περίπτωση που ο κύριος ή ο εκμεταλλευτής ακινήτου παραχωρεί το δικαίωμα εκμετάλλευσης σε άλλο πρόσωπο, δικαίωμα επιλογής φορολόγησης μπορεί να έχουν και οι δύο, η δε επιλογή φορολόγησης του ενός είναι ανεξάρτητη από την επιλογή ή όχι του άλλου.

Σε περίπτωση συγκυριότητας ακινήτου, η αίτηση επιλογής φορολόγησης δεν απαιτείται να ασκηθεί από κοινού, εφόσον δεν επιθυμούν όλοι οι συγκύριοι την υπαγωγή στο Φ.Π.Α. Μπορεί το ποσοστό του ενός να επιβαρύνεται με χαρτόσημο, ενώ το ποσοστό του άλλου, που υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης, να επιβαρύνεται με Φ.Π.Α.

Παραδείγματα:

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, αναφέρονται ενδεικτικά οι κατωτέρω περιπτώσεις, περί ύπαρξης ή μη δικαιώματος επιλογής:

  • Εταιρία (Α) ανεγείρει ακίνητο σε ιδιόκτητο οικόπεδο και επειδή δεν επιθυμεί την απ' ευθείας εκμετάλλευσή του, εκμισθώνει το κτήριο με δικαίωμα υπεκμίσθωσης όλου ή μέρους αυτού. Δικαίωμα επιλογής φορολόγησης έχουν και οι δύο επιχειρήσεις. Είναι αυτονόητο ότι το δικαίωμα επιλογής φορολόγησης ασκείται ανεξάρτητα από τις εν λόγω επιχειρήσεις και δεν είναι απαραίτητο το δικαίωμα αυτό να ασκηθεί και από τις δύο επιχειρήσεις.
  • Επιχείρηση (Α) παραχωρεί δωρεάν ακίνητο σε άλλη επιχείρηση (Β) η οποία έχει, βάσει συμφωνητικού, δικαίωμα εκμετάλλευσης του ακινήτου. Δικαίωμα επιλογής φορολόγησης έχει μόνο ο Β γιατί ο Α δεν ασκεί φορολογητέα πράξη για να έχει τέτοιο δικαίωμα.
  • Φυσικό ή νομικό πρόσωπο (Α) εκμισθώνει οικόπεδο ιδιοκτησίας του σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (Β), το οποίο (Β) θα ανεγείρει ακίνητο και θα το εκμεταλλεύεται με εκμίσθωση. Τα δύο πρόσωπα έχουν δικαίωμα επιλογής φορολόγησης, το οποίο θα ασκήσουν προκειμένου να εκπέσουν, ο Β τις δαπάνες κατασκευής και ο Α τις τυχόν λοιπές δαπάνες για το οικόπεδο. Το ίδιο ισχύει για συμβάσεις παραχώρησης οικοπέδου έναντι ανταλλάγματος για την ανέγερση κτηρίου για εγκατάσταση της επιχείρησης του μισθωτή.
  • Φυσικό πρόσωπο (Α) και νομικό πρόσωπο (Β) είναι εξ αδιαιρέτου ιδιοκτήτες ενός ακινήτου το οποίο εκμισθώνεται. Η αίτηση επιλογής φορολόγησης δεν απαιτείται να ασκηθεί από κοινού εφόσον δεν επιθυμούν και οι δύο τη φορολόγηση με Φ.Π.Α.. Μπορεί το ποσοστό του Α να επιβαρύνεται με χαρτόσημο ενώ το ποσοστό του Β που υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης να επιβαρύνεται με Φ.Π.Α..

Το δικαίωμα επιλογής φορολόγησης, όπως προαναφέραμε, ασκείται με σχετική αίτηση, η οποία υποβάλλεται από τον εκμεταλλευτή στην αρμόδια για τη φορολογία του Δ.Ο.Υ.. Η αίτηση επιλογής φορολόγησης μπορεί να υποβληθεί, είτε σε οποιοδήποτε χρόνο πριν την έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου, είτε εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου, από την αρχή της οποίας, εάν η επιλογή φορολόγησης πραγματοποιείται σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης χρησιμοποίησης του ακινήτου.

Στην περίπτωση που υποβληθεί αίτηση επιλογής φορολόγησης, ο υποκείμενος έχει δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των εισροών, με τον οποίο έχει επιβαρυνθεί η κατασκευή ή συντήρηση του ακινήτου, για το οποίο έχει ασκηθεί επιλογή φορολόγησης καθώς και οποιαδήποτε εισροή σχετική με το εν λόγω ακίνητο, σύμφωνα με τον Κώδικα Φ.Π.Α. Δηλαδή το κόστος κατασκευής του ακινήτου θα μειωθεί κατά το ποσοστό του ΦΠΑ, με το οποίο επιβαρύνθηκαν οι αγορές υλικών και υπηρεσιών για την κατασκευή του εν λόγω ακινήτου.

Για την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη τιμολογίου ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο που επέχει θέση τιμολογίου, από τα οποία αποδεικνύονται οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών, οι οποίες γίνονται στον κύριο του ακινήτου και ο φόρος με τον οποίο επιβαρύνθηκαν.

Για τα ακίνητα, για τα οποία γίνεται επιλογή φορολόγησης με Φ.Π.Α. ο φόρος που εκπέστηκε διακανονίζεται μέσα σε δέκα έτη από την ημερομηνία έναρξης χρησιμοποίησης του ακινήτου και για το 1/10 του φόρου αυτού, για κάθε έτος, ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης. Εάν η επιλογή φορολόγησης πραγματοποιηθεί μετά την έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου, δικαίωμα έκπτωσης υπάρχει μόνο για τα έτη που υπολείπονται για τη συμπλήρωση της πενταετίας από την έναρξη χρησιμοποίησής του.

Ο φόρος, που εκπίπτεται στην περίπτωση αυτή, παρακολουθείται και διακανονίζεται για τα υπόλοιπα έτη, που υπολείπονται για τη συμπλήρωση της δεκαετίας, από την έναρξη της χρησιμοποίησης του ακινήτου.

Επισημαίνεται ότι, ως έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου θεωρείται ο χρόνος της πραγματικής έναρξης της μισθωτικής σχέσης. Κατά συνέπεια η δεκαετής περίοδος διακανονισμού ξεκινά από το έτος που έγινε η μίσθωση, δηλαδή από την ημερομηνία που ορίζεται με το μισθωτήριο ως ημερομηνία έναρξης της μίσθωσης ανεξάρτητα, από το εάν το μισθωτήριο έχει υπογραφεί σε προγενέστερη ημερομηνία.

Παρακάτω αναφέρουμε παραδείγματα για την καλύτερη κατανόηση του θέματος περί δυνατότητας φορολόγησης και έκπτωσης του φόρου στα μισθωμένα επαγγελματικά ακίνητα.

 Παραδείγματα:

  • Επιχείρηση το 2010 κατασκευάζει 4 καταστήματα με σκοπό να τα μισθώσει. Ο Φ.Π.Α., με τον οποίο επιβαρύνθηκαν είναι ύψους € 20.000. Η επιχείρηση μίσθωσε τα εν λόγω καταστήματα το 2011 χωρίς Φ.Π.Α.. Το 2012 συνέχισε να τα έχει μισθωμένα. Η επιχείρηση το 2013 κάνει αίτηση επιλογής φορολόγησης και η μίσθωση πλέον υπάγεται σε Φ.Π.Α.. Στην περίπτωση αυτή, η επιχείρηση δεν έχει δικαίωμα έκπτωσης για τα δύο πέμπτα που αντιστοιχούν στα έτη 2011 και 2012, καθώς για τα έτη αυτά το ακίνητο χρησιμοποιήθηκε για πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης (20.000:5=4.000X2=8000), έχει όμως δικαίωμα να εκπέσει το Φ.Π.Α. που αντιστοιχεί στα τρία εναπομείναντα πέμπτα ήτοι 12.000 (4.000X3). Το φόρο ύψους € 12.000, τον οποίο η επιχείρηση θα εκπέσει, έχει υποχρέωση να τον διακανονίσει για τα υπόλοιπα οκτώ χρόνια, που απομένουν για τη συμπλήρωση της δεκαετίας από τη χρησιμοποίηση σε φορολογητέα πράξη, ένα όγδοο για κάθε έτος (2013 έως 2020).
  • Επιχείρηση αγόρασε το 2011 νεόδμητο κατάστημα με Φ.Π.Α. 50.000€. Χρησιμοποίησε το κατάστημα το 2011 και 2012 ως «ψιλικατζίδικο» (πράξεις με και χωρίς δικαίωμα έκπτωσης) διενεργώντας για τα έτη αυτά τους προβλεπόμενους διακανονισμούς. Το 2013 αποφασίζει να μεταφέρει την δραστηριότητά της αλλού, υποβάλει αίτηση επιλογής φορολόγησης και μισθώνει το κατάστημα με Φ.Π.Α.. Η επιχείρηση έχει πλήρες δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των 30.000 ευρώ (50.000:5X3=30.000), τον οποίο είναι υποχρεωμένη να διακανονίσει στα υπόλοιπα οκτώ έτη (1/8 για κάθε έτος).

Η επιλογή φορολόγησης μπορεί να ανακληθεί με σχετική αίτηση ανάκλησης του εκμεταλλευτή του ακινήτου για το σύνολο του ακινήτου ή μέρος αυτού, το οποίο θα πρέπει να προσδιορίζεται με σαφήνεια στην εν λόγω αίτηση. Η αίτηση ανάκλησης υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός 30 ημερών από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και ισχύει από την έναρξη αυτής. Με δήλωση Φ.Π.Α. που υποβάλλεται εντός τεσσάρων μηνών από την  λήξη της διαχειριστικής χρήσης, εντός της οποίας έγινε η ανάκληση διακανονίζεται εφάπαξ ο φόρος, ο οποίος εκπέστηκε και αντιστοιχεί στα εναπομείναντα δέκατα έως τη συμπλήρωση της δεκαετίας του διακανονισμού.

Το Τμήμα Φ.Π.Α. της εκάστοτε αρμόδιας Δ.Ο.Υ. οφείλει να καταχωρεί τις αιτήσεις επιλογής φορολόγησης και ανάκλησης σε κατάσταση, στην οποία θα αναγράφεται η επωνυμία της επιχείρησης, ο ΑΦΜ, η ημερομηνία υποβολής της αίτησης επιλογής ή ανάκλησης, καθώς επίσης, εάν πρόκειται για επιλογή, η οποία γίνεται πριν από την έναρξη χρησιμοποίησης του ακινήτου ή μετά από αυτήν.

Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Κώδικα Φ.Π.Α., όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί από τη Διοίκηση, δεν οφείλεται χαρτόσημο στις μισθώσεις ακινήτων, οι οποίες υπάγονται στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ακινήτων, οι οποίες επιλέγουν την επιβολή Φ.Π.Α. στις μισθώσεις χώρων σε εμπορικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παρούσα, δεν έχουν υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου για τις μισθώσεις αυτές.

Εκμισθωτές, οι οποίοι έχουν επιρρίψει χαρτόσημο στους αντισυμβαλλομένους (μισθωτές) κατά το χρονικό διάστημα από 01.01.2013 μέχρι την έκδοση της παρούσας και επιλέξουν τη φορολόγηση με Φ.Π.Α., δεν υποχρεούνται στην απόδοση του χαρτοσήμου στο Δημόσιο. Αυτονόητο είναι, ότι στην περίπτωση αυτή, ο εκμισθωτής θα πρέπει να επιστρέψει στο μισθωτή το ποσό των τελών χαρτοσήμου που έχει ήδη καταβάλλει για τη χρονική αυτή περίοδο.  Με την παράγραφο 3 του άρθρου 33 του Κώδικα Φ.Π.Α., προβλέποντας, ότι για τα ακίνητα, για τα οποία γίνεται επιλογή φορολόγησης: α) Διενεργείται εφάπαξ διακανονισμός στην περίπτωση παράδοσης ή οριστικής παύσης χρησιμοποίησης του ακινήτου σε φορολογητέες πράξεις εντός δεκαετίας από την έναρξη χρησιμοποίησής του. β) Υπάρχει υποχρέωση διακανονισμού του φόρου που έχει εκπεστεί κατά την επιλογή φορολόγησης, στην περίπτωση που το ακίνητο δεν χρησιμοποιηθεί εντός δεκαετίας από την πραγματοποίηση της δαπάνης.

Στην ουσία προβλέπεται διαφοροποίηση της περιόδου διακανονισμού για τα ακίνητα, τα οποία υπάγονται στο φόρο. Αυτά παρακολουθούνται για δέκα έτη, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα επενδυτικά αγαθά, τα οποία παρακολουθούνται για πέντε έτη. Έτσι, στην περίπτωση μίσθωσης ακινήτου που υπάγεται στο φόρο κατόπιν επιλογής φορολόγησης, εφόσον το ακίνητο παραδοθεί ή παύσει οριστικά η χρησιμοποίησή του σε φορολογητέες πράξεις εντός δεκαετίας, ενεργείται εφάπαξ διακανονισμός μέσα στο ίδιο έτος και θεωρείται, ότι χρησιμοποιήθηκε σε φορολογητέες ή αφορολόγητες δραστηριότητες. 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δεν καλύπτει συμβουλευτικούς, αλλά μόνον ενημερωτικούς σκοπούς, και δεν μπορεί ν’ αποτελέσει βάση για περαιτέρω ενέργειες, από πλευράς του αναγνώστη. Aπαιτείται η λήψη εξειδικευμένων συμβουλών.

Η εταιρεία μας δεν φέρει οιαδήποτε ευθύνη για τυχόν ενέργειες των αναγνωστών, βασισμένες στο παρόν άρθρο.

 

Διαδικασία απαλλαγής από τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) για αγαθά που προορίζονται για εξαγωγή και ενδοκοινοτική παράδοση

Βάσει της απόφασης του Υπουργείου Οικονομικών, υπ’ αριθμόν ΠΟΛ 1167 / 29.07.2015  που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 1808 / 21.08.2015, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία απαλλαγής από τον ΦΠΑ, για την αγορά ή την εισαγωγή αγαθών που προορίζονται για εξαγωγή και ενδοκοινοτική παράδοση, καθώς και των υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με τις πράξεις αυτές.

  • Δικαιούχοι

Παρέχεται η ευχέρεια στους υποκειμένους στο φόρο να αγοράζουν από το εσωτερικό της χώρας ή να εισάγουν αγαθά, με απαλλαγή από τον ΦΠΑ, εφόσον αυτά προορίζονται να αποτελέσουν αντικείμενο για την πραγματοποίηση εξαγωγών του άρθρου 24 παράγραφος 1 περιπτώσεις α και β και ενδοκοινοτικών παραδόσεων του άρθρου 28 παράγραφος 1 περιπτώσεις α και γ του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν.2859/2000) καθώς και να λαμβάνουν υπηρεσίες, οι οποίες είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις δραστηριότητες αυτές.  

  • Προϋποθέσεις έγκρισης απαλλαγής  

Χορηγείται άμεση απαλλαγή από τον Φ.Π.Α. για την αγορά από το εσωτερικό της χώρας ή την εισαγωγή αγαθών ή την λήψη υπηρεσιών, στους δικαιούχους φυσικά ή νομικά πρόσωπα του ανωτέρω άρθρου  τα οποία κατά την διαχειριστική περίοδο, στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση ή σε κάποια από τις τρεις προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους καλύπτουν τις εξής προϋποθέσεις: 

α) Δεν έχουν υποπέσει σε παραβάσεις όπως οι περιπτώσεις μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων ή έκδοσης πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων της (παραγράφου 2 του άρθρου 55 του Ν.4174/26.7.2013 ΦΕΚ 170 Α΄)

β) Δεν έχουν κάνει χρήση «ΕΙΔΙΚΟΥ ΔΙΠΛΟΤΥΠΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ» χωρίς προηγούμενη έγκριση, και  

γ) Δεν έχουν κάνει υπέρβαση του ορίου της απαλλαγής, η οποία τους έχει χορηγηθεί ή του δωδεκαμήνου,  για το οποίο και χορηγήθηκε. 

  • Υπολογισμός του ορίου απαλλαγής 

Η συνολική αξία των πράξεων, οι οποίες δύνανται να πραγματοποιηθούν με απαλλαγή από το φόρο σε μία δωδεκάμηνη χρονική περίοδο, δεν μπορεί να υπερβεί τη συνολική αξία των εξαγωγών και των ενδοκοινοτικών παραδόσεων, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά το δωδεκάμηνο που ολοκληρώνεται, την τελευταία ημέρα του μήνα, ο οποίος προηγείται της αίτησης, την οποία υποβάλλει ο υποκείμενος για την έγκριση της απαλλαγής. 

Το όριο το οποίο χορηγείται, ισχύει για το επόμενο της έγκρισης δωδεκάμηνο.

Εάν το όριο απαλλαγής εξαντληθεί πριν την λήξη της δωδεκάμηνης χρονικής περιόδου για την οποία χορηγήθηκε, ο υποκείμενος έχει την δυνατότητα να επαναλαμβάνει την διαδικασία απαλλαγής από το ΦΠΑ μετά την παρέλευση τουλάχιστον ενός μηνός από την προηγούμενη αίτηση. 

  • Διαδικασία έγκρισης του ορίου απαλλαγής 

Ο υποκείμενος στον φόρο, ο οποίος προτίθεται να τύχει απαλλαγής του Φ.Π.Α. για την αγορά ή εισαγωγή αγαθών, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο εξαγωγών ή ενδοκοινοτικών παραδόσεων Φ.Π.Α., καθώς και για τη λήψη υπηρεσιών, οι οποίες είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις πράξεις αυτές, υποχρεούται να υποβάλλει στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., τα κάτωθι δικαιολογητικά: 

α) Έντυπη αίτηση

β) Συγκεντρωτική κατάσταση εξαγωγών, οι οποίες θεωρούνται οριστικοποιημένες και δεν έχουν ακυρωθεί κατά το κρινόμενο διάστημα,

γ) Συγκεντρωτική κατάσταση ενδοκοινοτικών παραδόσεων,

Ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., μετά από έλεγχο που θα διενεργήσει, εκδίδει άμεσα απόφαση για την έγκριση του ορίου απαλλαγής ή απόφαση για την απόρριψη του αιτήματος

  • Υπολογισμός του ορίου απαλλαγής από τον ΦΠΑ νεοϊδρυθέντων ή νέων ή μετασχηματιζόμενων δικαιούχων προσώπων (αφορά νομικά και φυσικά πρόσωπα)

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας απόφασης θεωρούνται ως νέα ή νεοσύστατα πρόσωπα, τα πρόσωπα εκείνα, τα οποία υπέβαλαν δήλωση έναρξης εργασιών και δεν έχει παρέλθει, έως την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση ορίου απαλλαγής από το Φ.Π.Α., ένα πλήρες ημερολογιακό δωδεκάμηνο. Επίσης νέα θεωρούνται και εκείνα, τα οποία έχουν υποβάλει μεν δήλωση έναρξης εργασιών, αλλά δεν έχει συμπληρωθεί ένα πλήρες ημερολογιακό δωδεκάμηνο από την πραγματοποίηση της πρώτης εξαγωγής ή ενδοκοινοτικής παράδοσης, μέχρι την τελευταία ημέρα του μήνα, ο οποίος προηγείται του μήνα υποβολής της αίτησης. 

Για τον προσδιορισμό, την πρώτη φορά, κατά τα ανωτέρω, του ορίου απαλλαγής από τον ΦΠΑ, λαμβάνεται υπόψη η συνολική αξία των εξαγωγών και ενδοκοινοτικών παραδόσεων του προηγούμενου της αίτησης ημερολογιακού τριμήνου, το οποίο ολοκληρώνεται την τελευταία ημέρα του μήνα, ο οποίος προηγείται του μήνα υποβολής της αίτησης. 

Το όριο αυτό ισχύει μέχρι εξαντλήσεώς του και όχι πέραν της συμπλήρωσης του πρώτου ημερολογιακού δωδεκαμήνου από την ημερομηνία έγκρισης για τη χορήγησή του. 

Προκειμένου για δικαιούχους, οι οποίοι προέρχονται από συγχώνευση ή μετατροπή και δεν έχουν συμπληρώσει πλήρη δωδεκάμηνη χρονική περίοδο λειτουργίας από την ημερομηνία ίδρυσής τους ή από την έναρξη της δραστηριότητάς τους στην αρμόδια ΔΟΥ ή από την συγχώνευσή τους, το όριο της απαλλαγής προσδιορίζεται με βάση τη συνολική αξία των εξαγωγών και ενδοκοινοτικών παραδόσεων, οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί, προσαυξημένη με την αξία των πράξεων αυτών που είχαν πραγματοποιηθεί από κάθε έναν από τους δικαιούχους, οι οποίοι μετατράπηκαν ή συγχωνεύθηκαν, κατά το αμέσως προηγούμενο διάστημα, το οποίο υπολείπεται για τη συμπλήρωση μίας πλήρους δωδεκάμηνης χρονικής περιόδου. 

  • Χρόνος και τρόπος έκδοσης  του εντύπου Ειδικού Διπλοτύπου Δελτίου Απαλλαγής από το Φ.Π.Α. 

Προκειμένου να τύχει της απαλλαγής από τον Φ.Π.Α., σύμφωνα με την παρούσα, ο υποκείμενος στον φόρο εκδίδει προς τον προμηθευτή του ή το Τελωνείο, κατά περίπτωση, Ειδικό Διπλότυπο Δελτίο Απαλλαγής από τον Φ.Π.Α. (Ε.Δ.Δ.Α.), είτε χειρόγραφα, είτε μηχανογραφικά.

Το Ειδικό Διπλότυπο Δελτίο Απαλλαγής από τον Φ.Π.Α. εκδίδεται σε δύο αντίτυπα από τον αγοραστή ή τον εισαγωγέα ή τον λήπτη υπηρεσιών, εκ των οποίων, το πρώτο αντίτυπο παραδίδεται στον προμηθευτή, εφόσον έχει συναινέσει στην πραγματοποίηση της συναλλαγής με την συγκεκριμένη διαδικασία, προκειμένου αυτός να εκδώσει το τιμολόγιο ή στο Τελωνείο Εισαγωγής προκειμένου να ολοκληρωθεί η εισαγωγή, χωρίς την επιβάρυνση της πράξης με ΦΠΑ. 

Ο προμηθευτής, ο οποίος θα εκδώσει για τις εν λόγω πράξεις τιμολόγια, αναγράφει τους αριθμούς των σχετικών Δελτίων Απαλλαγής. 

Δεν παρέχεται η δυνατότητα έκδοσης τιμολογίου χωρίς επιβάρυνση με τον ΦΠΑ, ο οποίος αναλογεί στην συναλλαγή, χωρίς να έχει εκδοθεί  προηγούμενα το σχετικό Ε.Δ.Δ.Α. 

  • Ανάκληση χορηγηθέντος ορίου 

Εφόσον, μετά την έγκριση του ορίου απαλλαγής, διαπιστωθούν κάποιες από τις ως άνω αναφερθείσες παραβάσεις της παραγράφου 2,του άρθρου 55, του Ν.4174/2013, όπως αυτό ισχύει σήμερα, σε βάρος των δικαιούχων, ή εφόσον τα πρόσωπα αυτά έχουν κάνει χρήση «Ε.Δ.Δ.Α.» χωρίς προηγούμενη έγκριση, ή υπέρβαση του χορηγηθέντος ορίου, ή υπέρβαση του δωδεκαμήνου για το οποίο χορηγήθηκε το όριο, η χορηγηθείσα έγκριση ανακαλείται. Η ανάκληση πραγματοποιείται με απόφαση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. στην οποία ο δικαιούχος ανήκει και ισχύει έως τη συμπλήρωση του δωδεκαμήνου για το οποίο έχει συμπληρωθεί το όριο.

  • Λοιπές ρυθμίσεις 

Το Ε.Δ.Δ.Α. διαφυλάσσεται και από τους δύο αντισυμβαλλόμενους για όσο χρόνο προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία η διαφύλαξη του σχετικού τιμολόγιου. 

Κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας, δηλαδή από 29.07.2015, Ειδικά Διπλότυπα Δελτία Απαλλαγής που χρησιμοποιούνται από της επιχειρήσεις, εξακολουθούν να ισχύουν έως την εξάντλησή του ορίου ή παρέλευσης του δωδεκαμήνου, για το οποίο το όριο απαλλαγής χορηγήθηκε.  

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δεν καλύπτει συμβουλευτικούς, αλλά μόνον ενημερωτικούς σκοπούς, και δεν μπορεί ν’ αποτελέσει βάση για περαιτέρω ενέργειες, από πλευράς του αναγνώστη. Aπαιτείται η λήψη εξειδικευμένων συμβουλών.

Η εταιρεία μας δεν φέρει οιαδήποτε ευθύνη για τυχόν ενέργειες των αναγνωστών, βασισμένες στο παρόν άρθρο.

© 2015 Your Company. All Rights Reserved. Designed By JoomShaper